top of page
Αναζήτηση
Εικόνα συγγραφέαConstantine Mortopoulos

Ένα Στράτευμα εναντίον Τεσσάρων Ανθρώπων




Ένα Στράτευμα εναντίον τεσσάρων ανθρώπων.

Του Κωνσταντίνου Δ. Μορτόπουλου, Δικηγόρου (LLM,MA)

Τέως Στρατιωτικού Νομικού Συμβούλου Γ’ΣΣ, ΕΛΔΥΚ, ΕΛΔΥΚΟ, ΕΛΔΑΦ

Κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου στις Ένοπλες Δυνάμεις έτυχε να βρίσκομαι στην αναπεπταμένη στο Κοσσυφοπέδιο 34η Μ/Κ Ταξιαρχία Πεζικού, υπό τις διαταγές ενός Αξιωματικού που έμελλε να αποτελέσει ισόβιο παράδειγμα για εμένα -όπως, εκτιμώ, και για πολλούς άλλους.


Ο άνθρωπος αυτός -τότε ήδη Συνταγματάρχης- εξ ατυχήματος είχε απωλέσει την αριστερή του φτέρνα κατά την συντήρηση ενός άρματος μάχης και κάθε πρωί προσέδενε το προσθετικό μέρος του ποδιού του και συμμετείχε στα πάντα, σε τίποτα υπολειπόμενος ημών των αρτιμελών σε κάθε άσκηση ή πορεία. Και τούτο έπραττε μέχρι την αποστρατεία του με το βαθμό του Αντιστρατήγου.


Προσφάτως, δε, γνώρισα στο πλαίσιο μίας ακροαματικής διαδικασίας σε Στρατοδικείο έναν Αντισυνταγματάρχη -ικανότατο σχεδιαστή επιχειρήσεων, όπως με πληροφόρησαν- ο οποίος είχε χάσει ολόκληρο το αριστερό του πόδι από τον μηρό σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και έφερε μεταλλικό προσθετικό μέλος.

Αυτές οι δύο περιπτώσεις ανθρώπων με ειδικές ανάγκες δεν είναι ασφαλώς οι μόνες. Με την επιφύλαξη της μη δημοσίευσης επισήμων στοιχείων από τα Γενικά Επιτελεία, οι πάσχοντες από Διαβήτη τύπου Β’ στις Ένοπλες Δυνάμεις πρέπει να αριθμούν πενταψήφιο, γεγονός απότοκο όπως πάντα πίστευα και του πλούσιου σε υδατάνθρακα στρατιωτικού συσσιτίου.


Στους ίδιους αριθμούς πρέπει να κινούνται και οι πάσχοντες από διάφορα άλλα χρόνια και αυτοάνοσα, γεγονός που δεν πρέπει να θεωρείται αποκεκομμένο από την πραγματικότητα ενός Στρατεύματος με μεγάλο μέσο όρο ηλικίας και τεράστιο εργασιακό άγχος.


Τούτο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρηθεί παράγοντας που ελαττώνει το αξιόμαχο, ιδίως αν αναλογιστούμε ότι πολλοί εκ των ασθενών στρατιωτικών υπηρετούν σε θέσεις που απαιτούν γνώση αντί μαχητικής ορμής. Είναι τεχνικοί ειδικών οχημάτων, στελέχη του Ελεγκτικού, του Νομικού, του Υγειονομικού, της Έρευνας και Πληροφορικής, του Ταχυδρομικού, του Γεωγραφικού.


Εξ άλλου, και το ίδιο το πεδίο της μάχης έχει άρδην αλλάξει. Ποια η σύγκριση απαιτούμενης σωματικής ρώμης ενός χειριστή αεροσκάφους σε σχέση με έναν χειριστή μη-επανδρωμένου αεροσκάφους; Ποια η σύγκριση απαιτούμενης σωματικής ρώμης ενός Καταδρομέως σε σχέση με έναν ειδικευμένο Ογκολόγο ενός Στρατιωτικού Νοσοκομείου;


Τις παραπάνω σκέψεις, ως φαίνεται, έκανε και ο Νομοθέτης, ο οποίος για πρώτη φορά με το Αρ.30 του Ν.4609/2019 όρισε ότι «Σπουδαστές Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ), της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων (ΣΣΑΣ), της Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής (ΣΑΝ) ή Ανώτερων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών (ΑΣΣΥ) που κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους κρίνονται για λόγους υγείας ακατάλληλοι, ύστερα από γνωμάτευση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής, μπορούν, με αίτησή τους, να συνεχίζουν τη φοίτησή τους, εντασσόμενοι στην κατάσταση υπηρεσίας γραφείου ή ελαφράς υπηρεσίας, υπηρεσίας ξηράς ή υπηρεσίας εδάφους, αναλόγως του Κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων που ανήκει η Σχολή.».


Έτσι, για πρώτη φορά ένας Σπουδαστής Στρατιωτικής Σχολής που αντιμετώπιζε κάποιο πρόσκαιρο πρόβλημα υγείας, θα μπορούσε να συνεχίσει τη φοίτησή του κανονικά μέχρι ιάσεως, ενώ κάποιος με χρόνιο πρόβλημα υγείας (πλην των ψυχικών παθήσεων) που θα μπορούσε ωστόσο να προσφέρει, θα μπορούσε να γίνει Αξιωματικός ή Υπαξιωματικός.


Τούτο ήταν ιδιαιτέρως λογικό για την περίπτωση της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, η οποία παράγει Αξιωματικούς Ιατρούς, Νομικούς, Ψυχολόγους, Οικονομικούς, Φαρμακοποιούς, Κτηνιάτρους και Οδοντιάτρους, μιας που ένας Αξιωματικός-Επιστήμονας με Διαβήτη τύπου Β’, Σύνδρομο Χασιμότο ή χιλίων άλλων νοσημάτων που δεν δημιουργούν λειτουργικά προσκόμματα στην στρατιωτική καθημερινότητα ενός Στρατιωτικού Νοσοκομείου ή κάποιου Γενικού Επιτελείου ή Επιτελείου Μείζονος Σχηματισμού θα προσέφερε υπηρεσίες χωρίς καμία ποιοτική ή ποσοτική διαφοροποίηση από τις αντίστοιχες ενός Αξιωματικού πλήρους Σωματικής Ικανότητος.


Στον ίδιο νόμο, η παράγραφος 5 όριζε ότι: «Για την υπαγωγή των σπουδαστών στις διατάξεις του παρόντος αποφασίζει ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας, ύστερα από εισήγηση της οικείας Σχολής και πρόταση των κατά Κλάδο αρμόδιων Γενικών Επιτελείων.».


Και μολονότι πλείστα νομικά ζητήματα ανεφύοντο από την γραμματική αοριστία της εν λόγω «αποφάσεως» του ΥφΕΘΑ, στον οποίο μετακύλησε η αρμοδιότητα, η απάντηση δεν ήταν αντικείμενο νομικής θεωρίας, αλλά τα γεγονότα προκρίθηκαν.


Δεν πρόλαβε, συνεπώς, να γίνει ο αναγκαίος νομικός διάλογος ώστε να παγιωθεί αυτή η δικαιϊκή ισορροπία μεταξύ του Σπουδαστή που «μπορεί» και του Υφυπουργού που «αποφασίζει». Και τούτο διότι από το 2019 ήδη το σύνολο των αποφάσεων του Υφυπουργού ήταν αρνητικές ακόμα και στις περιπτώσεις που ο Σπουδαστές υπέβαλαν τις αιτήσεις τους. Ο Υφυπουργός, λοιπόν, έλεγε όχι σε κάθε αίτηση Σπουδαστού.


Ειρήσθω ότι το σύνολο των εν λόγω Σπουδαστών σε όλες τις Σχολές δεν υπερέβη τους είκοσι, ενώ αιτήσεις παραμονής δεν έκαναν περισσότεροι από δεκαπέντε σε σύνολο χιλίων περίπου Σπουδαστών των ΑΣΕΙ και ΑΣΣΥ της Χώρας.


Εν τέλει, στις περισσότερες περιπτώσεις αρνήσεως του ΥφΕΘΑ ήρθαν οι Διοικητικοί Δικαστές και δικαίωσαν πολλούς από τους Σπουδαστές, επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν τις σπουδές τους.

Από το 2019 πέρασαν τρία χρόνια, και οι μικρότεροι Σπουδαστές προήχθησαν σε Δευτεροετείς και Τριτοετείς, ορισμένοι δε εκ των οποίων διακρίθηκαν σε αριστεύσαντες και Αρχηγούς Τάξεων. Οι δε μεγαλύτεροι, ήδη Αξιωματικοί υπηρετούντες σε διάφορες Μονάδες και Επιτελεία.


Ώσπου την 9 Φεβρουαρίου 2023 κι ενώ οι Σπουδαστές με πρόβλημα υγείας που απέμεναν εντός των Στρατιωτικών Σχολών ήταν μόλις τέσσερεις, τα Γενικά Επιτελεία και το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας -των οποίων η μέριμνα υπέρ του προσωπικού είναι πρωτεύον μέλημα, κατά δηλώσεις τους- εισάγουν στη Βουλή των Ελλήνων ένα νομοσχέδιο [τον σημερινό Ν. ο Ν.5018/2023,] με τον κάπως ειρωνικό τίτλο «Μέριμνα υπέρ του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, εξορθολογισμός της νομοθεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, οργάνωση της Εθνοφυλακής και άλλες διατάξεις.». Εάν η λέξη «εξορθολογισμός» έχει μετατραπεί σήμερα ορθώς σε φόβητρο κάθε ανθρώπου που παρατηρεί τη νομοθεσία ή την επικαιρότητα, στον συγκεκριμένο νόμο τούτο αληθώς πραγματούται: Σε μία παράγραφο των μεταβατικών διατάξεων (Αρ.96 παρ.15) εισήχθη η εξής μεταβολή: «Σπουδαστές Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, της Στρατιωτικής Σχολής Αξιωματικών Σωμάτων, της Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής ή Ανώτερων Στρατιωτικών Σχολών Υπαξιωματικών που κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος έχουν υποβάλει αίτηση ένταξης σε κατάσταση υπηρεσίας γραφείου ή ελαφράς υπηρεσίας, υπηρεσίας ξηράς ή υπηρεσίας εδάφους, αναλόγως του Κλάδου των Ενόπλων Δυνάμεων στον οποίο ανήκει η Σχολή, σύμφωνα με το άρθρο 30 του ν. 4609/2019 (Α’ 67), το οποίο καταργείται με την περ. στ’ του άρθρου 97 του παρόντος, απολύονται.».


Ως συνέπεια, την επομένη το πρωί -στην κυριολεξία- οι τέσσερεις αυτοί Σπουδαστές (αυτός είναι ο αριθμός με βάση τα όσα κατάφερα να μάθω) καλούνται από τους Διοικητές τους να μαζέψουν τα υπάρχοντά τους, να παραδώσουν τον οπλισμό τους και να εξέλθουν των Σχολών τους αυθωρεί και παραχρήμα.


Είναι πράγματι περίεργο να δημιουργεί ο Νομοθέτης σκοπίμως τέτοια ανασφάλεια Δικαίου για ένα ζήτημα που είχε λυθεί τόσο νομοθετικά όσο και δικαστικά, αλλά δυστυχώς όχι τόσο ασυνήθιστο πια. Θα μπορούσε, βέβαια, ο Νομοθέτης να ασχοληθεί με τους από εδώ και πέρα εισακτέους σε Στρατιωτικές Σχολές, οπότε αυτό θα ήταν πια το αδιαμφισβήτητο νομικό καθεστώς. Αλλά ο Νομοθέτης απλά δεν ήθελε να αφήσει αυτούς τους τέσσερεις σε ειρήνη.


Αυτό που προκαλεί την αλγεινότερη των εντυπώσεων, συνεπώς, είναι κάτι που προσωπικώς πρώτη φορά βλέπω σε νομοθέτηση Ενόπλων Δυνάμεων παρά την εικοσιπενταετή εμπειρία μου με στρατιωτικά νομοθετήματα: ποτέ στο παρελθόν δεν είχα ξαναδεί τα Γενικά Επιτελεία και το ΥΕΘΑ να δείχνουν τέτοιο πείσμα να εξωπετάξουν εξευτελιστικά από τις πύλες των Στρατιωτικών Σχολών τέσσερεις Σπουδαστές των οποίων το μόνο πταίσμα ήταν η ατυχία να ασθενήσουν μετά την κατάταξή τους και πριν την αποφοίτησή τους.


Τέτοιο ήταν το πείσμα, ώστε οι διαταγές διαγραφής ήταν αμέσου εκτελέσεως. «Ο ανωτέρω Μαθητής διαγράφεται την επομένη της υπογραφής και χρονολόγησης της παρούσας απόφασης», έγραψαν οι διαταγές.

Δηλαδή πριν καν λάβουν γνώση οι ενδιαφερόμενοι και φυσικά με σκοπό να μην προλάβουν καν να προστρέξουν στο φυσικό τους Δικαστή με αίτημα αναστολής και δικαστική προστασία.


Γαλουχημένος σε ένα Στράτευμα που ποτέ δεν άφηνε τον τραυματία του και τον ασθενή του πίσω, δεν μπορώ παρά να αναρωτηθώ από πού πήγασε το τόσο μένος ενός Στρατεύματος ενάντια σε τέσσερα παιδιά;


Ποιος ο λόγος της ανατροπής ενός νόμου με εν τοις πράγμασι αναδρομική διάταξη;

Ποιος ο λόγος σύνταξης ενός αντισυνταγματικού κειμένου (του οποίου την αντισυνταγματικότητα θα περιγράψουμε αμέσως μετά τις πρώτες δικαστικές αποφάσεις επί του θέματος) που διαγράφει ex nunc τα κρινόμενα ex tunc για τέσσερεις Σπουδαστές Στρατιωτικών Σχολών και η περιβολή του με τον ανώτατο νομικό μανδύα ενός τυπικού Νόμου;

Καθ’όσον η παράγραφος 15 του Αρ.96 δεν αποτελεί ουσιαστικό Νόμο. Δεν εισάγει κανενός είδους γενικό κανόνα ως μεταβατική διάταξη, αλλά αποτελεί στην ουσία Ατομική Διοικητική Πράξη ενδεδυμένη σε τυπικό νόμο, ως να ήθελε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας να εκδικηθεί τους Σπουδαστές που δικαιώθηκαν από τα Διοικητικά Δικαστήρια.


Σε όλα τούτα, όντας σίγουρος ότι το σύνολο των Βουλευτών που υπερψήφισαν το νέο Ν.5018/2023 δεν κατάλαβαν ακριβώς τις τραγικές συνέπειες της παραγράφου 15 του Αρ.96 για τέσσερα νεαρά άτομα, μιας που ούτε η αιτιολογική έκθεση διαφωτίζει, μπορώ μόνο να καταδείξω τη νομική, ανθρώπινη και συνταγματικώς επιβεβλημένη ανάγκη αναθεώρησης της συγκεκριμένης διάταξης.

73 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Comments


bottom of page